Νήματα σκέψης
ξαπλωμένα
στη σκιά των ονείρων
ποτισμένα
με τα θέλω
του άλλου εαυτού
λιπασμένα
μ’ αναστολές
γέμισαν
μ’ ανθούς
τα λιβάδια της ψυχής.
Γονάτισα
στην ομορφιά τους.
Έκοψα
κρίνους, ασφοδέλους
τ’ απόθεσα
στη μεγαλοσύνη
της άδολης σκέψης.
Ξάπλωσα
στην αλμύρα
γεύθηκα
τη γλύκα που ανάδιναν
μύρισα
την ευωδιά τους
μπήκα
στους μίσχους.
Οι κάλυκες έκλεισαν.
Ένας άλλος κόσμος
υποδέχθηκε
την καμένη σάρκα.
Δροσοσταλίδες
πάνω στα πούπουλα
αγκάλιασαν
το κορμί
Η ζωή του χθες
έφυγε.
Ο άλλος εαυτός
άδειασε.
Κουφάρι διπλωμένο
στις όχθες του ποταμού
στα λασπόνερα
μιας ζωής εφήμερης.
ξαπλωμένα
στη σκιά των ονείρων
ποτισμένα
με τα θέλω
του άλλου εαυτού
λιπασμένα
μ’ αναστολές
γέμισαν
μ’ ανθούς
τα λιβάδια της ψυχής.
Γονάτισα
στην ομορφιά τους.
Έκοψα
κρίνους, ασφοδέλους
τ’ απόθεσα
στη μεγαλοσύνη
της άδολης σκέψης.
Ξάπλωσα
στην αλμύρα
γεύθηκα
τη γλύκα που ανάδιναν
μύρισα
την ευωδιά τους
μπήκα
στους μίσχους.
Οι κάλυκες έκλεισαν.
Ένας άλλος κόσμος
υποδέχθηκε
την καμένη σάρκα.
Δροσοσταλίδες
πάνω στα πούπουλα
αγκάλιασαν
το κορμί
Η ζωή του χθες
έφυγε.
Ο άλλος εαυτός
άδειασε.
Κουφάρι διπλωμένο
στις όχθες του ποταμού
στα λασπόνερα
μιας ζωής εφήμερης.